Το να είσαι γονιός είναι ένας από τους πιο απαιτητικούς και βαθιά συναισθηματικούς ρόλους της ζωής. Είναι η διαρκής προσπάθεια να σταθείς δίπλα σε έναν αναπτυσσόμενο άνθρωπο, να τον στηρίξεις, να τον καθοδηγήσεις, να του προσφέρεις ασφάλεια, αξίες και αγάπη.
Και μέσα σε αυτή τη διαρκή φροντίδα, ο γονιός πολλές φορές ξεχνά τον εαυτό του.
Ξεχνά πως, πριν από τον ρόλο, υπάρχει το πρόσωπο: ένας άνθρωπος με ανάγκες, συναισθήματα, επιθυμίες και όρια.
Η Συμβουλευτική Γονέων είναι ένας θεραπευτικός χώρος που βοηθά τον γονιό να ξαναβρεί την ισορροπία ανάμεσα στην προσφορά και στην προσωπική του ευημερία.
Δεν στοχεύει στο να διδάξει «πώς να μεγαλώσεις σωστά το παιδί σου», αλλά στο να σε βοηθήσει να αναγνωρίσεις ποιος είσαι εσύ μέσα στον ρόλο σου — και να τον ζήσεις με αυθεντικότητα, σύνδεση και εσωτερική γαλήνη.
Πολλοί γονείς έρχονται στη θεραπεία νιώθοντας εξάντληση, άγχος, ματαίωση ή ενοχές.
Προσπαθούν να τα κάνουν όλα σωστά: να είναι διαθέσιμοι, υποστηρικτικοί, “καλοί”. Όμως πίσω από αυτή την προσπάθεια συχνά κρύβεται πίεση, τελειοθηρία, και ένας εσωτερικός διάλογος γεμάτος “πρέπει”:
Πρέπει να είμαι υπομονετικός.
Πρέπει να μην θυμώνω.
Πρέπει να είμαι πάντα εκεί.
Αυτό το συνεχές γνωσιακό φορτίο (“cognitive load”) ενεργοποιεί μηχανισμούς άγχους και αυτοκριτικής.
Ο γονιός δεν αναπνέει, δεν ξεκουράζεται, δεν συνδέεται με τον εαυτό του — λειτουργεί μηχανικά, προσπαθώντας να ανταποκριθεί. Και σιγά-σιγά απομακρύνεται από την προσωπική του ταυτότητα, από τα θέλω του, από τη χαρά.
Η ενοχή είναι ίσως το πιο συχνό και σιωπηλό συναίσθημα στη γονεϊκότητα.
Οι περισσότεροι γονείς νιώθουν πως ό,τι κι αν κάνουν, δεν είναι ποτέ αρκετό.
Αν φωνάξουν, νιώθουν τύψεις· αν κουραστούν, ντρέπονται· αν χρειαστούν χρόνο για τον εαυτό τους, φοβούνται ότι «παραμελούν» το παιδί.
Η γνωσιακή θεώρηση μας δείχνει ότι πίσω από την ενοχή κρύβονται απαιτητικά “πρέπει” και πυρηνικές πεποιθήσειςόπως «ένας καλός γονιός δεν θυμώνει», «πρέπει να είμαι πάντα διαθέσιμος», «αν κάνω λάθος, θα πληγώσω το παιδί μου».
Όμως, αυτά τα “πρέπει” δεν είναι αντικειμενικές αλήθειες· είναι εσωτερικευμένες φωνές από την δική μας παιδική ηλικία, από το πώς μας φέρθηκαν οι δικοί μας γονείς ή από τα κοινωνικά πρότυπα.
Η θεραπεία βοηθά τον γονιό να αποδομήσει αυτά τα γνωσιακά σχήματα, να τα δει ρεαλιστικά και να τα αντικαταστήσει με ευέλικτες, συμπονετικές σκέψεις:
«Είμαι άνθρωπος, και είναι φυσιολογικό να έχω όρια».
«Η αγάπη δεν μετριέται με τελειότητα, αλλά με παρουσία και ειλικρίνεια».
Στη θεραπευτική πορεία, ο γονιός μαθαίνει να αναγνωρίζει και να επιτρέπει τα συναισθήματά του.
Ο θυμός, η ματαίωση, η απογοήτευση ή η λύπη δεν είναι σημάδια αποτυχίας· είναι μηνύματα που δείχνουν τι έχει ανάγκη ο εαυτός.
Όταν ο γονιός μάθει να ρυθμίζει αυτά τα συναισθήματα με αποδοχή και επίγνωση, δεν τα μεταφέρει στο παιδί· αντίθετα, τα μετατρέπει σε γέφυρα σύνδεσης.
Ένα παιδί που βλέπει τον γονιό να εκφράζει με ωριμότητα και ηρεμία τα συναισθήματά του,
μαθαίνει ότι και τα δικά του συναισθήματα είναι αποδεκτά,
ότι δεν χρειάζεται να τα κρύβει ή να τα φοβάται.
Έτσι χτίζεται η συναισθηματική ασφάλεια και η εμπιστοσύνη.
Η σύνδεση είναι το πιο ισχυρό αντίδοτο στην ενοχή.
Όταν ο γονιός μπορεί να είναι παρών — όχι τέλειος, αλλά αυθεντικός —
όταν μπορεί να κοιτάξει το παιδί του στα μάτια και να πει «σ’ αγαπώ, ακόμα κι όταν θυμώνω»,
τότε το παιδί νιώθει βαθιά αποδοχή.
Δεν χρειάζεται ο γονιός να μην κάνει λάθη·
χρειάζεται να επανέρχεται, να επιδιορθώνει, να δείχνει ότι η σχέση είναι ασφαλής.
Η αληθινή σύνδεση δεν χτίζεται με τελειότητα, αλλά με συνέπεια, ενσυναίσθηση και επαφή.
Η Συμβουλευτική Γονέων διδάσκει ακριβώς αυτό:
να μετακινηθούμε από την ενοχή προς την κατανόηση,
από την αυτοκριτική προς τη στοργή,
από το “πρέπει να είμαι τέλειος” στο “επιτρέπω να είμαι άνθρωπος”.
Κι εκεί, μέσα σε αυτή την αλήθεια, ανθίζει η σχέση — και η ψυχή του γονιού και του παιδιού βρίσκουν ξανά την ανάσα τους.
Στη Συμβουλευτική Γονέων, ο στόχος δεν είναι να αλλάξεις το παιδί σου, αλλά να γνωρίσεις καλύτερα τον εαυτό σουως γονιό.
Μαθαίνεις να αναγνωρίζεις:
Η ψυχοθεραπευτική διαδικασία σε βοηθά να αναδομήσεις αυτές τις σκέψεις, να δημιουργήσεις νέες πεποιθήσεις πιο ρεαλιστικές, ευέλικτες και συμπονετικές.
Η Γνωσιακή-Συμπεριφορική Θεραπεία (CBT) παρεμβαίνει ακριβώς εκεί:
στην εσωτερική γλώσσα με την οποία μιλάς στον εαυτό σου.
Μαθαίνοντας να φροντίζεις και εσένα
Η αυτοφροντίδα δεν είναι πολυτέλεια — είναι θεμέλιο της γονεϊκότητας.
Ένας γονιός που δεν ξεκουράζεται, δεν έχει χρόνο για τον εαυτό του, που ζει με συνεχές άγχος και αυτοκριτική, δεν μπορεί να δώσει σταθερότητα.
Η Συμβουλευτική Γονέων σε βοηθά να δημιουργήσεις χώρο για σένα χωρίς ενοχές:
να διεκδικήσεις προσωπικό χρόνο, να εκφράσεις τα συναισθήματά σου, να θυμηθείς τι σε γεμίζει.
Η θεραπεία δεν σε απομακρύνει από τον ρόλο σου· σε κάνει πιο παρόντα, γιατί σε βοηθά να σταθείς με γείωση, χωρίς να “λιώνεις” μέσα στην ευθύνη.
Όταν ο γονιός αναγνωρίζει και ρυθμίζει τα δικά του συναισθήματα,
μπορεί να συνδεθεί πιο βαθιά με το παιδί του.
Η συναισθηματική ρύθμιση (emotional regulation) είναι δεξιότητα που μαθαίνεται στη θεραπεία:
πώς να αναγνωρίζεις την ένταση, να την ονομάζεις, να την εκφράζεις λειτουργικά, να μην την προβάλλεις στο παιδί σου.
Μέσα από αυτή τη διαδικασία, ο γονιός γίνεται μοντέλο ασφαλείας.
Το παιδί μαθαίνει ότι μπορεί να κάνει λάθη, να θυμώνει, να φοβάται, χωρίς να χάνει την αγάπη.
Έτσι χτίζεται η ασφαλής προσκόλληση — θεμέλιο ψυχικής ανθεκτικότητας.
Η ισορροπία ρόλου και ταυτότητας
Η γνωσιακή συμβουλευτική βοηθά τον γονιό να ξεχωρίσει τον ρόλο από την ταυτότητα:
είσαι γονιός, αλλά είσαι και άνθρωπος.
Η ενοχή που γεννιέται όταν φροντίζεις τον εαυτό σου (“μήπως είμαι εγωιστής;”)
αντικαθίσταται από την επίγνωση ότι η αυτοφροντίδα είναι μορφή αγάπης και προς το παιδί.
Ένας ήρεμος, συνδεδεμένος, ικανοποιημένος γονιός δημιουργεί ένα ασφαλές συναισθηματικό περιβάλλον.
Η συμβουλευτική σχέση είναι ένας καθρέφτης — ένας ασφαλής χώρος χωρίς κριτική,
όπου ο γονιός μπορεί να μιλήσει ειλικρινά, να εκφράσει φόβους, θυμό, ντροπή, ματαίωση.
Να πει “κουράστηκα” χωρίς να φοβηθεί ότι θα παρεξηγηθεί.
Μέσα από αυτή τη σχέση εμπιστοσύνης, αρχίζει η επανένωση με τον εαυτό.
Ο γονιός ξαναβρίσκει τη φωνή του, τη δύναμη του, τη στοργή του για τον εαυτό.
Η Συμβουλευτική Γονέων είναι μια πορεία προς τη συνειδητή γονεϊκότητα.
Βοηθά να μεγαλώνεις το παιδί σου με κατανόηση, όρια και αγάπη,
χωρίς να χάνεις την αυτονομία σου, χωρίς να διαλύεσαι μέσα στον ρόλο.
Ο στόχος δεν είναι να γίνεις “τέλειος” γονιός, αλλά αληθινός γονιός.
Να γνωρίζεις τα όριά σου, να συγχωρείς τα λάθη σου και να διδάσκεις στο παιδί σου το ίδιο.
[products limit=”4″ columns=”4″ category=”books” visibility=”featured”]